τειχίου

τειχίου
τειχίον
wall
neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Τειχίου — Τείχιον neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Тейхиунт —    • Τειχιου̃ς,          см. Thermopylae, Фермопилы …   Реальный словарь классических древностей

  • ФЕРМОПИЛЫ —    • Thermopўlae,          Θερμοπύλαι, представлявшие узкий проход, единственный путь из Фессалии в Локриду, между Этой (Ο ίτη) и морем. Гора, возвышавшаяся с южной стороны теснин (получивших свое название от посвященных Гераклу горячих серных… …   Реальный словарь классических древностей

  • στοιβάζω — ΝΜΑ και στοιβιάζω Ν [στοιβή] 1. τοποθετώ ομοειδή πράγματα το ένα πάνω στο άλλο σε επάλληλες σειρές, επισωρεύω (α. «στοιβάζω τα ρούχα» β. «στοιβάχθηκε πολύ χιόνι» γ. «τοῡ τειχίου κεράμοις ἐστοιβασμένου» δ. «στοιβάσουσι ξύλα ἐπὶ τὸ πῡρ», ΠΔ) 2.… …   Dictionary of Greek

  • Ευπαλίου, δήμος — Νέος δήμος (6.507 κάτ.) του νομού Φωκίδος, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Δροσάτου, Ευπαλίου, Κάμπου, Καστρακίου, Κλήματος Ευπαλίου, Μαλαμάτων, Μαναγούλης, Μαραθιά, Μοναστηρακίου, Παλαιοξαρίου,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”